- ἄκτωρ
- ἄκτωρ, ορος, ὁ, ([etym.] ἄγω)A leader, A.Pers.557, Eu.399: as pr. n., Il., etc.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ἄκτωρ — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκτωρ — leader masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… … Dictionary of Greek
άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… … Dictionary of Greek
Ἄκτορα — Ἄκτωρ masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκτορα — ἄκτωρ leader masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄκτορες — Ἄκτωρ masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκτορες — ἄκτωρ leader masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄκτορι — Ἄκτωρ masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκτορι — ἄκτωρ leader masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄκτορος — Ἄκτωρ masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)